ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ποιοι κλάδοι βουλιάζουν στα κόκκινα δάνεια

Όλοι σχεδόν οι σημαντικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας, με φωτεινή εξαίρεση την αγορά ενέργειας-πετρελαιοειδών, έχουν πέσει στη δίνη των κόκκινων δανείων όπως φαίνεται από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Εστίαση, Τουρισμός, Τηλεπικοινωνίες Εμπόριο, Κατασκευές, Ακίνητα, Μεταποίηση, Πληροφορική έχουν ποσοστά από 48% έως 76%. Επίσης τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το μεγαλύτερο βάρος το έχουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς έχουν 60% κόκκινα δάνεια σε αντίθεση με τις μεγάλες που έχουν μόνο 28%

 

Σε ό,τι αφορά τα επιμέρους ποσοστά, η εστίαση με76%, η κλωστοϋφαντουργία (73%) και η βιομηχανία χαρτιού (72%) είναι οι κλάδοι πρωταθλητές στα υψηλά ποσοστά κόκκινων δανείων, όπως φαίνεται από τα στοιχεία της έκθεσης της ΤτΕ. Λίγο πιο χαμηλά βρίσκονται τα ποσοστά κλάδων όπως το εμπόριο (48,5%), οι κατασκευές (52,5%), τα εμπορικά ακίνητα (54,6%) και η μεταποίηση με (51,7%). Η δεύτερη όμως αυτή κατηγορία κλάδων έχει τη μεγαλύτερη έκθεση σε δάνεια.

Επίσης υψηλό ποσοστό σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχει και ο τουρισμός όπου ο σχετικός δείκτης αγγίζει το 49%. Φαινομενικά πρόκειται για παράδοξο, καθώς ο τουρισμός καταγράφει κάθε χρόνο ρεκόρ αφίξεων και άρα εσόδων, παρ' όλα αυτά, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά του βρίσκονται ψηλά, όπως ψηλά είναι και το σύνολο των δανείων που έχει λάβει ο κλάδος (όγδοος συνολικά ως προς τις δανειοδοτήσεις).

Στον ευρύτερο κλάδο των Τηλεπικοινωνιών, της Πληροφορικής και της Ενημέρωσης, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώνεται στο 59%, ενώ σε υψηλά μεσαία επίπεδα βρίσκεται και ο δείκτης στη ναυτιλία, με ποσοστό 33%.

Μόνο η αγορά ενέργειας δείχνει συνέπεια

Μακράν την καλύτερη επίδοση έχει ο κλάδος της ενέργειας και των πετρελαιοειδών, όπου ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μόλις αγγίζει το 4%, σε έναν κλάδο όπου το σύνολο των δανείων δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί αμελητέο. Στο ίδιο επίπεδο, δηλαδή 4%, βρίσκεται ο δείκτης της δημόσιας διοίκησης, με το σύνολο των ανοιγμάτων να είναι πολύ χαμηλότερο από το αντίστοιχο του ενεργειακού τομέα.

Το σύνολο των ανοιγμάτων

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, το σύνολο των ανοιγμάτων το 2015 ανήλθε στα 244,3 δισ. ευρώ, καταγράφοντας μείωση της τάξεως του 1,7% σε σχέση με το 2014. Εξ αυτών, τα 148 δισ. ήταν το επιχειρηματικά και τα 96,3 δισ. δάνεια προς νοικοκυριά (στεγαστικά και καταναλωτικά). Στο συνολικό ποσό των 244,3 δισ., τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανήλθαν το 2015 στο 44%, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 9% σε σχέση με το 2014.

Τα επιχειρηματικά

Εκ των 148 δισ. ευρώ επιχειρηματικών δανείων, το 43,8% κατατάχθηκε στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, παρουσιάζοντας άνοδο 7,8% έναντι του 2014. Επί των επιχειρηματικών δανείων, τις καλύτερες επιδόσεις ως προς την εξυπηρέτηση καταγράφουν οι μεγάλες επιχειρήσεις (σύνολο ανοιγμάτων 54,2 δισ.) στις οποίες το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώνεται στο 28%, μειωμένο κατά 5,9% σε σχέση με το 2014.

Αντίθετη, ωστόσο, είναι η εικόνα για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπου το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ανέρχεται στο 60%, καταγράφοντας αύξηση 6,2%. Οι συνολικές χορηγήσεις προς αυτή την κατηγορία επιχειρήσεων ανέρχονται στα 39,7 δισ. ευρώ.

Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα των δανείων για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, τα οποία επί συνόλου 24,5 δισ. ευρώ, το 66% κατατάσσεται στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, εμφανίζοντας αύξηση 15,5%.

Τέλος, στις λοιπές επιχειρηματικές δραστηριότητες και επί συνόλου δανείων 29,6 δισ. ευρώ, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα καταλαμβάνουν το 1/3 (32%), καταγράφοντας άνοδο της τάξεως του 28%.

Τα δάνεια των νοικοκυριών

Όπως προαναφέρθηκε, το σύνολο των ανοιγμάτων στα νοικοκυριά ανήλθε στα 96,3 δισ. ευρώ, με το 45% των δανείων να κατατάσσονται στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Συγκεκριμένα, στα στεγαστικά, επί συνόλου 68,5 δισ. ανοιγμάτων, το 41% "ανήκει" στα μη εξυπηρετούμενα, παρουσιάζοντας αύξηση 12,8% σε σύγκριση με το 2014. Στα καταναλωτικά, επί συνόλου 27,8 δισ. ευρώ, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα διαμορφώνονται στο 55%, παρουσιάζοντας αύξηση 7%.

πηγή: economy365