ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ντράγκι: Το 2018 τα stress test για τις ελληνικές τράπεζες

Τη θέση της ΕΚΤ ότι οι ελληνικές τράπεζες θα περάσουν τα προγραμματισμένα στρες τεστ την επόμενη χρονιά εξέφρασε ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι κατά τη διάρκεια συζήτησης στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου. 

«Οι αποφάσεις της ΕΚΤ και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού λαμβάνονται σε πλήρη ανεξαρτησία. Την επόμενη χρονιά θα περάσουν οι ελληνικές τράπεζες τα τεστ αντοχής, και γι' αυτό έχει ενημερωθεί και το ΔΝΤ με σχετική επιστολή του SSM», είπε χαρακτηριστικά, απαντώντας σε ερώτηση του Γιώργου Κύρτσου σχετικά με το αίτημα του ΔΝΤ περί ανάγκης αξιολόγησης της ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών (Asset Quaity Review).

Πάντως, ο κ. Ντράγκι λέγοντας ότι η ΕΚΤ μπορεί να δείξει ευελιξία όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα των stress test των ελληνικών τραπεζών, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να προσαρμοστεί ο χρόνος διεξαγωγής των τεστ το 2018, ώστε τα αποτελέσματά τους να είναι διαθέσιμα πριν το τέλος του ελληνικού προγράμματος, θέμα για το οποίο είχε μιλήσει και ο Μπενουά Κερέ, μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ.

«Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) θα λάβει την απόφαση του με πλήρη ανεξαρτησία …. Και αυτό που σχεδιάζει να κάνει ο SSM την επόμενη χρονιά είναι να κάνει το stress test, πιθανότατα να κάνει ένα εμπροσθοβαρές stress test και βασικά ο SSM έστειλε ένα γράμμα στο ΔΝΤ που αφορά αυτή την αναμενόμενη γραμμή δράσης» ανέφερε ο κ. Ντράγκι, όπως μεταδίδει το Reuters. 

Σε δεύτερη ερώτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ σχετικά με τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ο Μ. Ντράγκι επανέλαβε ότι «το σημείο κλειδί» είναι όταν η ΕΚΤ προχωρήσει στην αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους. «Αυτή η αξιολόγηση θα καταστεί δυνατή όταν έχουμε περισσότερες και σαφέστερες πληροφορίες για τα μέτρα που θα λάβει το Eurogroup και τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης για τη βιωσιμότητα του χρέους. Σε αυτήν θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι εξωτερικοί κίνδυνοι. Τότε θα μπορούσε η ΕΚΤ να συζητήσει την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης», κατέληξε ο Μ. Ντράγκι.