Ο Γάλλος σκηνοθέτης Marcel Ophuels, ο οποίος είχε βραβευθεί με Όσκαρ για το ντοκιμαντέρ «Η θλίψη και ο οίκτος», έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 97 ετών.
«Ο Μαρσέλ Οφίλς, βραβευμένος με Όσκαρ και φυσιογνωμία του στρατευμένου κινηματογράφου, απεβίωσε ειρηνικά στις 24 Μαΐου 2025 σε ηλικία 97 ετών», ανακοίνωσε σήμερα Δευτέρα ο εγγονός του, ο Αντρεά-Μπενζαμέν Σεϊφέρ.
Ο Μαρσέλ Οφίλς, γιος του μεγάλου γερμανού κινηματογραφιστή Μαξ Οφίλς («Το γαϊτανάκι του έρωτα», «Άγνωστη Κυρία», «Λόλα Μοντές»), είχε γεννηθεί την 1η Νοεμβρίου 1927 στη Φρανκφούρτη επί του Μάιν, στη Γερμανία.
Η οικογένειά του διέφυγε το 1933 από τη ναζιστική Γερμανία για να εγκατασταθεί στη Γαλλία, πριν χρειαστεί να διαφύγει και πάλι το 1941, αυτή τη φορά για τις ΗΠΑ.
Επιστρέφοντας το 1950 στη Γαλλία, έκανε το ντεμπούτο του ως βοηθός σκηνοθέτη, κυρίως στην τελευταία ταινία του πατέρα του, την «Λόλα Μοντές» (1955).
Μεγάλος φίλος του Φρανσουά Τρυφώ, δοκιμάζει τις δυνάμεις του στις ταινίες μυθοπλασίας [«Καυτό Πεζοδρόμιο» (Peau de Banane) το 1963 με τους Ζαν-Πολ Μπελμοντό και Ζαν Μορό, «Ψηλά τα χέρια, κυρίες μου» (Faites vos jeux, mesdames) το 1965)], πριν επιλέξει το ντοκιμαντέρ, μετά την πρόσληψή του από την ORTF, τη δημόσια γαλλική ραδιοτηλεόραση.
Το 1969 υπογράφει την ταινία «Η θλίψη και ο οίκτος» («Le Chagrin et la pitié»). Χρονικό μίας γαλλική πόλης -του Κλερμόν-Φεράν- υπό τη γερμανική κατοχή στη διάρκεια του πολέμου, η ταινία σκανδαλίζει τους συγχρόνους της. Τίθεται υπό απαγόρευση μέχρι το 1981 στη δημόσια τηλεόραση, η οποία την είχε ωστόσο χρηματοδοτήσει. Όταν τελικά προβλήθηκε στις αίθουσες το 1971, είχε επιτυχία παρά τη διάρκειά της (4 ώρες και 15 λεπτά).
Η ταινία, η οποία εξερευνά τις πραγματικότητες των συνεργατών των Ναζί και της Αντίστασης, προκάλεσε αναστάτωση στην αντίληψη των Γάλλων για την ιστορία τους, καταρρίπτοντας το μύθο μίας Γαλλίας που αντιστάθηκε ομόφωνα στους Γερμανούς. Είχε διεθνή επιτυχία και ήταν υποψήφια για το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ.
Ο Οφίλς επανήλθε επανειλημμένα στα εγκλήματα του ναζισμού, κυρίως με την ταινία του «Η Μνήμη της Δικαιοσύνης» («L’Empreinte de la justice», 1976), την οποία θεωρούσε το αριστούργημά του. Αυτή η ταινία-ποταμός, διάρκειας σχεδόν πέντε ωρών, ξεκινάει από τις δίκες της Νυρεμβέργης για να θέσει ερωτήματα σχετικά με την ατομική και τη συλλογική ευθύνη για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Η ταινία «Hôtel Terminus – Klaus Barbie, sa vie et son temps», μια εμπεριστατωμένη έρευνα για τον Κλάους Μπάρμπι, τον «Χασάπη της Λυών», και αυτούς που προστάτευσαν μεταπολεμικά αυτόν τον ναζί εγκληματία πολέμου, του χάρισε το 1989 το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ.