Τη μεταναστευτική της πολιτική σκληραίνει η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ που ετοιμάζεται να επεκτείνει την απαγόρευση εισόδου στην αμερικανική επικράτεια η οποία έχει επιβληθεί στους υπηκόους ξένων κρατών –το μέτρο αφορά, εν μέρει ή πλήρως, κάπου 20– σε ακόμη 36 χώρες, στην πλειονότητά τους αφρικανικές.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε στην αρχή αυτού του μήνα την απαγόρευση εισόδου στην αμερικανική επικράτεια για τους υπηκόους δώδεκα κρατών, ιδίως της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Αφορά το Αφγανιστάν, τη Μιανμάρ, το Τσαντ, το Κονγκό-Μπραζαβίλ, την Ισημερινή Γουινέα, την Ερυθραία, την Αϊτή, το Ιράν, τη Λιβύη, τη Σομαλία, το Σουδάν και την Υεμένη.
Οι υπήκοοι άλλων επτά χωρών –του Μπουρούντι, της Κούβας, του Λάος, της Σιέρα Λεόνε, του Τόγκο, του Τουρκμενιστάν και της Βενεζουέλας– υπόκεινται ταυτόχρονα σε αυστηρούς περιορισμούς ως προς τη χορήγηση θεωρήσεων διαβατηρίων.
Ο Ρεπουμπλικάνος δικαιολόγησε τα μέτρα αυτά, τα οποία τέθηκαν σε ισχύ την 9η Ιουνίου, επικαλούμενος την ανάγκη να «προστατεύσει τις ΗΠΑ από ξένους τρομοκράτες και άλλες απειλές για την εθνική ασφάλεια».
Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο, υπογεγραμμένο από τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, το οποίο έφερε στο φως η εφημερίδα Washington Post, τα μέτρα αυτά μπορεί να επεκταθούν σε ακόμη 36 χώρες, στις οποίες θα δοθεί προθεσμία 60 ημερών για να συμμορφωθούν προς αμερικανικές απαιτήσεις.
Ανάμεσα στις χώρες-στόχους είναι κυρίως αφρικανικά κράτη. Ξεχωρίζουν ιδίως η Αίγυπτος, η Συρία και η Καμπότζη.
Σε περίπτωση που γίνουν πραγματικότητα όσα προβλέπει το έγγραφο αυτό, σχεδόν ο ένας άνθρωπος στους πέντε σε διεθνή κλίμακα θα ζει σε χώρα όπου επιβάλλονται αμερικανικές ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, μερικές ή απόλυτες. Στις χώρες που θα αφορούν τα μέτρα θα ζει το 18% του παγκόσμιου πληθυσμού.