ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ

Diesel Gate: Ανοίγει ο δρόμος για διεκδίκηση αποζημιώσεων και στην Ελλάδα

Λίγο περισσότερο από δύο χρόνια έχουν µπροστά τους οι ιδιοκτήτες πετρελαιοκίνητων ΙΧ της Volkswagen, ώστε να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από τη γερµανική εταιρεία, καθώς το 2020 λήγει η προθεσµία παραγραφής.

«Πρέπει να ξέρουν οι ιδιοκτήτες ότι µπορούν να αξιώσουν αποζημίωση αν προσφύγουν στη δικαιοσύνη μέχρι το 2020, αφού η απαίτηση από αδικοπραξία παραγράφεται έπειτα από µία πενταετία αφότου ο παθών έμαθε τη ζημία. Κατά συνέπεια, εφόσον το σκάνδαλο έγινε γνωστό το 2015, οι θιγόµενοι προλαβαίνουν να διεκδικήσουν αποζημιώσεις» εξηγεί στην εφημερίδα «Εθνος» ο Ηλίας Μπέτζιος.

Πρόκειται για τον δικηγόρο της πρώτης καταναλώτριας που δικαιώθηκε από τα ελληνικά δικαστήρια, ανοίγοντας τον δρόµο για τη διεκδίκηση αποζηµιώσεων από τον γερµανικό κολοσσό.
Με μια παραίτηση ενώπιον του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών από τα δικόγραφά του ο γερµανικός όµιλος της Volkswagen φέρεται να αποδέχτηκε την ανάγκη αποζηµίωσης της καταναλώτριας, θέτοντας ουσιαστικά τη βάση για να τελειώσει το Dieselgate στην Ελλάδα.

Η πρωτόδικη απόφαση 5286/2017 του Ειρηνοδικείου Αθηνών δικαίωσε την κάτοχο αυτοκινήτου Volkswagen, που αξίωσε αποζηµίωση λόγω εξαπάτησης, και το δικαστήριο αναγνώρισε την υποχρέωση της εταιρείας να της καταβάλει το ποσό των 5.200 ευρώ ως αποζημίωση, πλέον των δικαστικών δαπανών. Η σχετική απόφαση είχε κρίνει ότι το παράνομο λογισμικό καθιστούσε το αυτοκίνητο εκτός οικολογικών επιλογών του καταναλωτή και µείωνε τη µεταπωλητική του αξία, κρίνοντας ότι ο καταναλωτής δεν είναι υποχρεωμένος να αποδεχθεί διόρθωση λογισμικού από την κατασκευάστρια εταιρεία.

«Προκύπτει από τις προπεριγραφείσες πρακτικές της εταιρείας ότι η ενάγουσα εξαπατήθηκε και οδηγήθηκε στη σύναψη µίας σύµβασης την οποία σε καµία περίπτωση δεν θα είχε υπογράψει εάν γνώριζε την πραγµατική κατάσταση, δανειζόµενη µάλιστα, προκειµένου να αντεπεξέλθει οικονοµικά στο κόστος αποπληρωµής, µε αποτέλεσµα να οδηγηθεί, µεταξύ άλλων, στο να αγοράσει το συγκεκριµένο αυτοκίνητο της εν λόγω εταιρείας -την οποία προτίµησε έναντι άλλων ανταγωνιστριών εταιρειών- πιστεύοντας ότι το απόκτηµά της πληρούσε ορισµένες προδιαγραφές, που τελικά δεν υπήρχαν και λόγω της εξαπάτησης που υπέστη να καταβάλει υψηλότερο τίµηµα της αξίας του αυτοκινήτου που τελικά παρέλαβε» αναφέρει η επίµαχη απόφαση.

Δεν δέχτηκε αναβάθµιση

Στο µεταξύ, το δικαστήριο δέχτηκε πως τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που θέτει το πρότυπο Euro 5 σχετικά µε τις εκπομπές αερίων ρύπων, µε αποτέλεσµα να «απουσιάζει» µια συνομολογημένη ιδιότητα κατά την αγορά του αυτοκινήτου, το οποίο εντέλει δεν ανταποκρινόταν στην περιγραφή που είχε γίνει από τον πωλητή.

Μάλιστα, οι δικαστές αποσαφηνίζουν και το ζήτηµα της προσφοράς από την εταιρεία µιας αναβάθµισης του κινητήρα, υπογραµµίζοντας ότι «η πληγείσα δε από τις ανωτέρω πρακτικές αξιοπιστία της γερµανικής εταιρείας δεν “θεραπεύεται” από την εκ των υστέρων, µετά από χρήση τεσσάρων ετών, πρόσκληση και προσφορά προς την εξαπατηθείσα καταναλώτρια αναβάθµισης του κινητήρα του οχήµατός της και κατά συνέπεια η ενάγουσα υπέστη ζηµία που ανέρχεται στο ποσό των 4.000 ευρώ, το οποίο, κατά την κρίση του δικαστηρίου, είναι το υπερβάλλον του τιµήµατος που κατέβαλε σε σχέση µε την πραγµατική αξία του αυτοκινήτου που αγόρασε».

Οι αντιπρόσωποι

Σχετικά µε το ζήτηµα των εισαγωγέων και των αντιπροσώπων της εταιρείας Volkswagen στην Ελλάδα, το δικαστήριο ξεκαθάρισε πως δεν φέρουν ευθύνη, απορρίπτοντας την αγωγή ως προς εκείνους και ρίχνοντας το βάρος µόνο στη µητρική εταιρεία. Χαρακτηριστικά, η απόφαση αναφέρει: «∆εν απεδείχθη δική τους ευθύνη ως προς τη διαπραχθείσα σε βάρος της εναγούσης απάτη. Ειδικότερα, δεν υφίσταται αδικοπρακτική συµπεριφορά των εταιρειών αυτών σε βάρος της εναγούσης και ως εκ τούτου δεν έχουν καµία υπαιτιότητα.

Τούτο, διότι οι εταιρείες αυτές ούτε γνώριζαν κάτι για την εν λόγω µη συµµόρφωση σε κανένα στάδιο της διαδικασίας µέχρι το αυτοκίνητο να φτάσει στην καταναλώτρια, καθώς το πληροφορήθηκαν αρκετό χρόνο µετά, και δη τον Σεπτέµβριο του 2015, όταν το εν λόγω ζήτηµα έγινε παγκοσµίως γνωστό στο ευρύ κοινό από τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης». Με το σκεπτικό αυτό απάλλαξε το δικαστήριο τον εισαγωγέα και τον αντιπρόσωπο, δείχνοντας ως αποκλειστική υπαίτια τη γερµανική εταιρεία .

Τρία χρόνια µετά το ξέσπασµα του «Dieselgate», του µεγαλύτερου σκανδάλου που έχει πλήξει τη Volkswagen και που αφορούσε στην παραποίηση των εκποµπών ρύπων των αυτοκινήτων της που διαφήµιζε ως «πράσινα», οι δικαστικές περιπέτειες συνεχίζονται για τη γερµανική αυτοκινητοβιοµηχανία. Μία δικαστική απόφαση στη Γερµανία για αποζηµίωση ενός αγοραστή αυτοκινήτου Golf που έφερε το ένοχο λογισµικό προκαλεί πονοκέφαλο στη VW και ανοίγει τον δρόµο για περισσότερες διεκδικήσεις.

Η εταιρεία επέµεινε ότι η ετυμηγορία «δεν έχει νοµική βάση, καθώς οι πελάτες δεν υπέστησαν ζηµίες και τα οχήµατα είναι ασφαλή», καθώς και ότι περίπου 9.000 υποθέσεις έχουν εκδικαστεί για το σκάνδαλο -σε διάφορες περιοχές και από περιφερειακά και ανώτατα δικαστήρια- στη πλειονότητα των οποίων οι ιδιοκτήτες των αυτοκινήτων δεν δικαιώθηκαν. «Η απόφαση του δικαστηρίου του Αουγκσµπουργκ έρχεται σε αντίθεση µε πολλαπλές αποφάσεις σε συναφείς υποθέσεις» σχολίασε η εταιρεία.

Πάντως, σε µια σειρά από χώρες της ΕΕ, στη Γερµανία, την Ιταλία και το Λουξεµβούργο, υπάρχει σωρεία καταδικαστικών αποφάσεων εναντίον της VW που αποζηµίωσαν ιδιοκτήτες αυτοκινήτων της. Η συσσώρευση αγωγών προκαλεί ανησυχία στην εταιρεία, που πούλησε 11 εκατοµµύρια πετρελαιοκίνητα οχήµατα στα οποία τοποθετήθηκε το λογισµικό που εξαπατούσε τους ελέγχους εκποµπών διοξειδίου του αζώτου (εµφανίζοντάς τους έως και 40 φορές χαµηλότερους). Τα 8,5 από τα 11 εκατοµµύρια οχήµατα που έφεραν το λογισµικό πωλήθηκαν στη Γηραιά Ηπειρο.

Η κατάσταση στις ΗΠΑ με τα πετρελαιοκίνητα της Volkswagen

Πρέπει να σηµειωθεί ότι στις ΗΠΑ η Volkswagen έχει προτείνει την επιστροφή περίπου µισού εκατοµµυρίου οχηµάτων και έχει πληρώσει πάνω από 20 δισ. δολάρια για αποζηµιώσεις ιδιοκτητών οχηµάτων, περιβαλλοντικών Αρχών, πολιτειών και αντιπροσώπων. Ωστόσο, παρά τις πιέσεις της Κοµισιόν και των εθνικών Αρχών προστασίας του καταναλωτή, η εταιρεία δεν πραγµατοποίησε παρόµοια συµφωνία οικονοµικής αποζηµίωσης µε την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου οι ατοµικές και µαζικές προσφυγές έχουν πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Η συµφωνία µε την ΕΕ αφορούσε στην επιστροφή των οχηµάτων στην εταιρεία -µε συγκεκριµένη διορία- για αφαίρεση του ένοχου λογισµικού.

Εν τω µεταξύ, τον περασµένο µήνα, δικαστήριο της Στουτγάρδης άνοιξε τον δρόµο και για διεκδικήσεις από µετόχους. ∆ιέταξε τη µητρική εταιρεία της Volkswagen, Porsche SE, να πληρώσει ποσό ύψους 47 εκατοµµυρίων ευρώ σε δύο επενδυτές για το σκάνδαλο των παραποιηµένων εκποµπών ρύπων (ωστόσο η εταιρεία έχει το δικαίωµα να εφεσιβάλει την απόφαση). Η αιτιολογία ήταν ότι δεν ενηµέρωσε τους µετόχους της για τους οικονοµικούς κινδύνους που ενείχε η απάτη που διέπραξε µε την εγκατάσταση του λογισµικού στους κινητήρες, η οποία οδήγησε σε πτώση 40% της αξίας της µετοχής της τον Σεπτέµβριο του 2015.