ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ραντεβού με τη «συνεργό» της είχε δύο ημέρες πριν την απόδραση η Βίκυ Σταμάτη. Δεν καταγράφηκε ποτέ στο βιβλίο του νοσοκομείου

Η συγκεκριμένη γυναίκα δύο ημέρες πριν από την απόδραση επισκέφθηκε τη Βίκυ Σταμάτη στο δωμάτιο του Δρομοκαΐτειου Ψυχιατρικού Νοσοκομείου, για να κανονίσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες της απόδρασης, όπως ισχυρίζονται αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. που χειρίζονται την υπόθεση, η οποία θα εξελισσόταν στην περίπτωση της 5ης απόρριψης αιτήματος αποφυλάκισης.

 

Πρόκειται για «απεσταλμένη» των σχεδιαστών της απόδρασης, υποστηρίζουν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., η οποία εξασφάλισε την αφανή πρόσβασή της στο δωμάτιο της ασθενούς.

Δύο ημέρες πριν την απόδραση βρέθηκε για αρκετή ώρα στον ίδιο χώρο με την Βίκυ Σταμάτη.

Η επίσκεψη δεν καταγράφηκε ποτέ στο βιβλίο επισκεπτών του νοσοκομείου, ωστόσο η συνάντηση επιβεβαιώθηκε από τους αξιωματικούς της Ασφάλειας Αττικής, μέσω αξιόπιστων πηγών.

Η «παρουσία» της διαπιστώθηκε και σε τηλεφωνική συνομιλία, μέσω της οποίας επιχειρείται η αναζήτηση και το τελικός εντοπισμός της. Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. επιμένουν πως ήταν μία οργανωμένη απόδραση, η ολοκλήρωση της οποίας ματαιώθηκε γιατί δεν πήγε καλά το σχέδιο για απομάκρυνση της Βίκυς Σταμάτη μαζί με συγγενικά της πρόσωπα.

Οι αστυνομικοί συνεχίζουν την έρευνα για την εξωτερική βοήθεια της Βίκυς Σταμάτη, ισχυριζόμενοι πως αυτή προήλθε μέσα από τις φυλακές. Σε αυτό το πεδίο των ερευνών, διαπιστώνουν πως αυτούς τους 14 μήνες που ήταν τρόφιμος του νοσοκομείου, δεν υπήρξε ουδεμία άρνηση στις επιθυμίες της.

Τα ηλεκτρικά ρολά δεν είχαν κατέβει ποτέ, της είχαν πάρει το κινητό στις 26 Μαρτίου, αλλά διαπιστώνεται ότι χρησιμοποιούσε ακόμη δύο μετά την αφαίρεση, χωρίς κανείς να κάνει κάτι. «Κάποιος άνοιξε το λουκέτο, κάποιος την βοήθησε να διαφύγει, κάποιος την φιλοξένησε για τουλάχιστον 36 ώρες και όταν δεν πέτυχε ολοκληρωτικά το σχέδιο, αποφασίστηκε η οικιοθελής παράδοσή της» υποστηρίζουν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., προσθέτοντας πως δεν πρόκειται για μία «αυθόρμητη» απόδραση, όπως θέλουν κάποιοι να παρουσιάζεται.    

Ο εντοπισμός στα σκαλάκια της Παναγίτσας

Ο εντοπισμός της Βίκυς Σταμάτη, στα σκαλάκια του Ιερού Ναού της Παναγίτσας Χαϊδαρίου, σε κοντινή απόσταση από το Δρομοκαϊτειο προήλθε μετά την επικοινωνία άνδρα με έναν εκ των συνηγόρων της κ. Φραγκίσκο Ραγκούση, στον οποίο είπε πως έχει μπροστά του μία γυναίκα που μοιάζει με την Βίκυ Σταμάτη και επιθυμεί να παραδοθεί. Ο κ. Ραγκούσης επικοινώνησε με τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών κ. Ισίδωρο Ντογιάκο και εκείνος με τη σειρά του με τον Διοικητή της Ασφάλειας Αττικής κ. Χρήστο Παπαζαφείρη.

Σχεδόν ταυτόχρονα, στις 14:45, άγνωστος άνδρας επικοινωνεί με το τηλεφωνικό κέντρο της Άμεσης Δράσης αναφέροντας πως μία αμνήμων γυναίκα βρίσκεται στα σκαλάκια της Παναγίτσας στο Χαϊδάρι και προσομοιάζει με την Βίκυ Σταμάτη. Μία ομάδα ΔΙ.ΑΣ. έφθασε εκεί με εντολή να ρωτήσει μόνο τα στοιχεία της γυναίκας.

Ένας αστυνομικός την εντόπισε, ρώτησε τα στοιχεία της, με τη γυναίκα να επιβεβαιώνει πως λέγεται Βίκυ Σταμάτη. Κρατούσε μία ψάθινη σακούλα, στην οποία υπήρχαν νερά, αναψυκτικά και λίγα ρούχα, ενώ είχε γράψει κάποιες φράσεις στα σκαλιά της εκκλησίας. Παρέμεινε εκεί έως ότου φθάσει περιπολικό, για να την μεταφέρει στη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής. Στο σημείο βρέθηκαν ο κ. Ισίδωρος Ντογιάκος  και ο εισαγγελέας κ. Γρηγόρης Πεπόνης, που είχαν μικρή συνομιλία με τη Βίκυ Σταμάτη, ενώ ταυτόχρονα έφθασε εκεί και ο συνήγορός της κ. Φραγκίσκος Ραγκούσης.          

Σύμφωνα με δικαστικές πηγές η κ. Σταμάτη ερχόμενη αντιμέτωπη με τους δικαστικούς λειτουργούς φαίνεται να τους είπε, «θέλω να δω το παιδί μου έστω για λίγο», ενώ ερωτώμενη για τις συνθήκες απόδρασης και διαμονής, υποστήριξε: «Περπατούσα όλη τη νύχτα κοντά στο νοσοκομείο, περιπλανιόμουνα με σκοπό να πάω στο παιδί μου. Όταν κουράστηκα βρήκα καταφύγιο στην εκκλησία».

Η κ. Σταμάτη μεταφέρθηκε στα γραφεία του τμήματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής της Ασφάλειας Αττικής, προκειμένου με τη διαδικασία του αυτοφώρου να δικαστεί για το αδίκημα της απόδρασης (πλημμέλημα).

Ερχόμενη σε επαφή με τους αστυνομικούς είπε χαρακτηριστικά: «Αφήστε με να ηρεμήσω, μην με ταλαιπωρήσετε. Θέλω να τελειώσει όσο πιο γρήγορα γίνεται αυτό και να ηρεμήσω».