Σοκ προκαλεί η δολοφονία της Ρεμπέκα Παρκ, λίγες μόνο ημέρες πριν φέρει στο κόσμο το παιδί της.
Η Ρεμπέκα Παρκ εξαφανίστηκε στις 3 Νοεμβρίου και δηλώθηκε αγνοούμενη την επόμενη ημέρα, αφού εθεάθη για τελευταία φορά να επιβιβάζεται σε όχημα έξω από το σπίτι της μητέρας της, στο Μπουν.
Στις 25 Νοεμβρίου, οι Αρχές εντόπισαν τη σορό της σε δασική περιοχή του Εθνικού Δρυμού Manistee, κοντά στη λίμνη Μίσιγκαν. Η ιατροδικαστική εξέταση αποκάλυψε ότι η γυναίκα δεν ήταν πλέον έγκυος, ενώ το βρέφος δεν βρέθηκε ποτέ.
Η 40χρονη Κόρτνεϊ Μπαρθολόμιου, βιολογική μητέρα του θύματος, και ο 47χρονος σύζυγός της, Μπράντλι Μπαρθολόμιου, αντιμετωπίζουν κατηγορίες για ανθρωποκτονία, βασανισμό, παράνομη κράτηση και απόκρυψη σορού. Οι δύο συνελήφθησαν την 1η Δεκεμβρίου και οδηγήθηκαν ενώπιον της Δικαιοσύνης την επόμενη ημέρα.
Η εισαγγελέας της κομητείας Wexford, Τζοάνα Κάρεϊ, χαρακτήρισε την υπόθεση «ενσάρκωση του απόλυτου κακού», κάνοντας λόγο για «προσχεδιασμένο βασανισμό και δολοφονία», που –όπως υποστήριξε– προέκυψε έπειτα από οργανωμένο σχέδιο και έρευνα.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, η Ρεμπέκα, που βρισκόταν στην 38η εβδομάδα κύησης, φέρεται να παρασύρθηκε στο σπίτι του ζευγαριού και στη συνέχεια να μεταφέρθηκε σε απομονωμένη δασική περιοχή, όπου δολοφονήθηκε. Οι Αρχές υποστηρίζουν ότι ήταν ακόμα ζωντανή όταν αφαιρέθηκε βίαια το έμβρυο από τη μήτρα της.
Κατά τη διάρκεια των ακροάσεων αποκαλύφθηκαν ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τις τελευταίες ώρες της ζωής της, καθώς και για τη μεταχείριση του εμβρύου, το οποίο –σύμφωνα με τις καταθέσεις– δεν επέζησε.
Αρχικά, η Κόρτνεϊ Μπαρθολόμιου αρνήθηκε κάθε εμπλοκή. Ωστόσο, όταν οι ερευνητές της παρουσίασαν στοιχεία από δεδομένα κινητής τηλεφωνίας που τη συνέδεαν με το σημείο όπου βρέθηκε η σορός, φέρεται να άλλαξε κατάθεση. Σύμφωνα με δικογραφία, παραδέχθηκε ότι αφαίρεσε το έμβρυο με χειρουργικό εργαλείο, ισχυριζόμενη ότι στόχος της ήταν να σώσει το παιδί και να το παραδώσει στον αρραβωνιαστικό της Ρεμπέκα.

Από την πλευρά του, ο Μπράντλι Μπαρθολόμιου φέρεται να κατηγόρησε τη σύζυγό του ως εγκέφαλο της υπόθεσης, υποστηρίζοντας ότι εκείνη επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει άλλο παιδί, καθώς το ζευγάρι δεν μπορούσε να προχωρήσει σε υιοθεσία.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται και στοιχεία που περιπλέκουν περαιτέρω την υπόθεση, καθώς προκύπτει ότι τόσο η μητέρα όσο και η αδελφή της Ρεμπέκα φέρονται να είχαν προσωπική σχέση με τον ίδιο άνδρα, τον αρραβωνιαστικό του θύματος.
Η βιολογική μητέρα της Ρεμπέκα δεν τη μεγάλωσε η ίδια. Η γυναίκα είχε υιοθετηθεί και μεγαλώσει από άλλη οικογένεια, με τη θετή της μητέρα να δηλώνει στα τοπικά μέσα ότι «η Ρεμπέκα αξίζει να τη θυμούνται για τη γλυκύτητα και τον χαρακτήρα που είχε».
Η υπόθεση παραμένει σε εξέλιξη, με τις Αρχές να συνεχίζουν τις έρευνες, ενώ το δικαστήριο καλείται να διαχειριστεί μία από τις πιο σοκαριστικές εγκληματικές υποθέσεις των τελευταίων ετών.


