ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Κορωνοϊός

Παρασκευής: Δεν τελειώσαμε με την πανδημία!

Αν αρθούν κάποιοι περιορισμοί που θα αφορούν κυρίως τους εμβολιασμένους, ενώ θα συνεχίσει να υπάρχει ελεγχόμενη πρόσβαση και υποχρεωτικός διαγνωστικός έλεγχος στους κλειστούς χώρους για τους ανεμβολίαστους, ξεκαθαρίζει o Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής στο ΕΚΠΑ και μέλος της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, Δημήτρης Παρασκευής, τονίζοντας ότι η πανδημία δεν έχει τελειώσει.

«Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να δοθεί στους πολίτες το μήνυμα ότι τελειώσαμε με την πανδημία. Δεν είναι αυτό το μήνυμα της επιτροπής και των ειδικών ότι τελειώσαμε και θα αρθούν όλα τα μέτρα», λέει χαρακτηριστικά, μιλώντας στο iefimerida.gr, σχετικά με το ενδεχόμενο οι ειδικοί να αποφασίσουν εντός της εβδομάδας για περαιτέρω «χαλάρωση» των μέτρων.

«Το μίγμα των μέτρων θα είναι τέτοιο που οι περιορισμοί θα αρθούν γι αυτούς που έχουν πολύ μικρότερο κίνδυνο νόσου, δηλαδή τους εμβολιασμένους, ενώ τα μέτρα θα συνεχίσουν για τη μερίδα του πληθυσμού που αν μολυνθούν θα έχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο για νόσο», αναφέρει.

Σε καμία περίπτωση, όπως προσθέτει το μέλος της επιτροπής, η στρατηγική της Ελλάδας δεν είναι η ανοσία της αγέλης σε ότι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας. «Ωστόσο, το στέλεχος Όμικρον έχει πολύ υψηλή διεισδυτικότητα και δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί με κανέναν τρόπο ούτε με μέτρο τύπου lockdown. Χώρες που το εφάρμοσαν είδαν μια συνεχιζόμενη αύξηση στον αριθμό των κρουσμάτων και αδυναμία του ελέγχου της διασποράς».

Όπως εξηγεί, ο κ. Παρασκευής, πανδημία και ιός έχουν καταστεί περισσότερο και καλύτερα διαχειρίσιμοι λόγω του μεγάλου ποσοστού ανοσίας που υπάρχει στην κοινότητα. «Εδώ, υπάρχει το πολύ θετικό παράδειγμα πολλών χωρών της δυτικής Ευρώπης, με σχεδόν απόλυτο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης στις ευπαθείς ομάδες, που είχαν ένα πραγματικό ήπιο κύμα του στελέχους Όμικρον. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας από την πλευρά του κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι δεν έχουμε ακριβώς τελειώσει. Δε σημαίνει ότι η επιδημία παρουσιάζει την ίδια ύφεση σε όλο τον κόσμο και με ενιαίο τρόπο», σημειώνει.

Παράλληλα, όσον αφορά στην εμφάνιση νέων μεταλλάξεων σύμφωνα με τους ειδικούς είναι δεδομένο ότι θα υπάρξουν αλλά με βάση τα σημερινά δεδομένα και την εμπειρία τα εμβόλια παρέχουν ικανοποιητική προστασία έναντι των μεταλλαγμένων στελεχών σε ότι αφορά στη σοβαρή νόσο και τον θάνατο. Δηλαδή, υπάρχει πλέον μια πολύ αισιόδοξη εικόνα βασιζόμενη σε επιστημονικά δεδομένα αλλά μιλάμε ακόμη για μία μεταβατική περίοδο.

Όσον αφορά στο ενδεχόμενο τέταρτης δόσης εμβολίου, ο Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής στο ΕΚΠΑ, τονίζει στο iefimerida.gr ότι «προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η τρίτη δόση δε μας καλύπτει και αναφέρομαι στον γενικό πληθυσμό. Ενδεχομένως να είναι αναγκαία η τέταρτη δόση, αν το εμβόλιο επικαιροποιηθεί και ίσως αυτό να γίνει σύσταση για τις ευπαθείς ομάδες ώστε να έχουν καλύτερη κάλυψη έναντι της μόλυνσης, εκτός της προστασίας που παρέχει το εμβόλιο για σοβαρή νόσο για τα στελέχη που κυκλοφορούν αυτή την περίοδο».

Αναφερόμενος, στον δείκτη των θανάτων στη χώρα μας από την Covid-19 που παραμένει υψηλός ο κ. Παρασκευής σχολιάζει ότι έχει να κάνει με το γεγονός ότι σημαντικός πληθυσμός που ανήκει στις ευπαθείς ομάδες παραμένει ανεμβολίαστος. «Στην Ελλάδα ξεκινήσαμε τον Σεπτέμβριο με ένα ποσοστό της τάξης του 60% γενικού εμβολιασμού το οποίο δεν ήταν ικανοποητικό να μας προστατέψει από το κύμα της Δέλτα. Αυτό προκάλεσε μία σταδιακή αύξηση των θανάτων και πίεση στο ΕΣΥ μέχρι και τα μέσα Νοεμβρίου.

Όταν στα μέσα Δεκεμβρίου άρχισε το νέο κύμα της Όμικρον, η πίεση αυξήθηκε συνέπεια του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεν είχε τόσο καλή εμβολιαστική κάλυψη όσο άλλες χώρες της δυτικής Ευρώπης και δυστυχώς το νέο κύμα βρήκε το ΕΣΥ ήδη πολύ πιεσμένο και ένα μέσο όρο 65-70 θανάτων. Οπότε από εκεί και πέρα το νέο κύμα προκάλεσε μια αυξανόμενη πίεση με ότι αυτό συνεπάγεται», σχολιάζει και επισημαίνει ότι από εδώ και πέρα διαφαίνεται αποκλιμάκωση. «Έχουμε και τα θετικά της αυξανόμενης εμβολιαστικής κάλυψης που σε κάθε περίπτωση χρειάζεται να φτάσουμε τα απόλυτα νούμερα ειδικά στις ευπαθείς ομάδες», καταλήγει.

Πηγή: iefimerida.gr