ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τρελάθηκαν οι δανειστές: Ζητάνε «μαχαίρι» στις ελληνικές στρατιωτικές δαπάνες

Μία από τις παραδοξότητες του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας είναι ότι, έπειτα από πέντε χρόνια σκληρής λιτότητας, ο αμυντικός προϋπολογισμός της χώρας παραμένει από τους υψηλότερους στην ΕΕ, αναφέρει σε σημερινό του άρθρο ο Peter Spiegel των Financial Times.

Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι το αμφιλεγόμενο ζήτημα ήρθε για πρώτη φορά στο προσκήνιο τον πρώτο καιρό της κρίσης, όταν εκφράστηκαν αμφιβολίες για την υποχρέωση της Ελλάδας να τηρήσει μία σύμβαση για την αγορά ντιζελοκίνητων υποβρυχίων γερμανικής κατασκευής. «Αυτή η κίνηση δέχθηκε επικρίσεις αφού θεωρήθηκε ότι ήταν ένας τρόπος για να κερδίσει η Ελλάδα την εύνοια του μεγαλύτερου πιστωτή της», εξηγεί ο Spiegel.

«Πιο πρόσφατα, νέα ερωτήματα ανέκυψαν από την απόφαση της αριστερής κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα να υπογράψει ένα πρόγραμμα ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ για την αναβάθμιση πέντε παλαιών αεροσκαφών αμερικανικής κατασκευής», συνεχίζει το δημοσίευμα, προσθέτοντας μάλιστα ότι η συγκεκριμένη υπόθεση βρίσκεται πλέον στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τη γεφύρωση του δημοσιονομικού χάσματος που χωρίζει την Ελλάδα από τους δανειστές της.

Παρά τις πιέσεις που ασκούν οι φορείς ελέγχου του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας στην κυβέρνηση για εξοικονόμηση 1-2 δισεκατομμυρίων ευρώ στον ετήσιο προϋπολογισμό με περικοπές στις συντάξεις του δημοσίου και άλλα σκληρά μέτρα, ο Αλέξης Τσίπρας αντιστέκεται σθεναρά, σημειώνει ο Spiegel. Ωστόσο, όπως αναφέρει, οι πιστωτές της χώρας έχουν επανειλημμένα τονίσει ότι είναι ανοιχτοί σε άλλες ιδέες, όπως αξιόπιστα ισοδύναμα μέτρα.

Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, ένα έγγραφο τριών σελίδων που κυκλοφορεί από χέρι σε χέρι στους κύκλους των πιστωτών δείχνει ότι δύο από τους «Θεσμούς», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πιστεύουν ότι οι περικοπές στις αμυντικές δαπάνες είναι ένας τρόπος να γεφυρωθεί η διαφορά. Μάλιστα, έχουν ήδη προτείνει αλλαγές αναφορικά με το αμυντικό σύστημα της χώρας κατά τη διάρκεια συζητήσεων με τους Έλληνες διαπραγματευτές, όπως τη δημιουργία μίας στρατιωτικής δομής με λιγότερες ανάγκες ανθρώπινου δυναμικού, κατά το πρότυπο άλλων χωρών του ΝΑΤΟ, όπως οι ΗΠΑ.

Η έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σε συζητήσεις με τις αρχές, τόσο η Κομισιόν όσο και η ΕΚΤ έχουν υποδείξει ότι υπάρχει περιθώριο για εξοικονόμηση στις στρατιωτικές δαπάνες, με παράλληλη ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της χώρας. Σημειώνεται ότι θεωρείται δυνατή εξοικονόμηση της τάξεως των 200 εκατομμυρίων ευρώ μέσα στο 2016 μέσω του περιορισμού των δαπανών του Υπουργείου Άμυνας.»

Οι αμυντικές δαπάνες είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα σε κάθε χώρα και το έγγραφο επισημαίνει ότι ο τρίτος από τους «Θεσμούς», δηλαδή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, απαγορεύεται βάσει του κανονισμού του να ζητήσει περικοπές στρατιωτικών δαπανών στο πλαίσιο ενός προγράμματος διάσωσης.

«Επιπλέον, αξιωματούχοι που συμμετέχουν στις συνομιλίες έχουν δηλώσει ότι η συγκεκριμένη πρόταση ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα δύσκολη για τον κ. Τσίπρα, αφού το αριστερό ΣΥΡΙΖΑ έχει σχηματίσει συνασπισμό με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, το κόμμα που πολλοί θεωρούν υπερασπιστή του στρατού της χώρας και έχει ως επικεφαλής τον Πάνο Καμμένο, σημερινό υπουργό άμυνας της κυβέρνησης», υπογραμμίζει ο Spiegel.

Ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα δημοσιεύει το protothema.gr, η αποκαλυπτική έκθεση αναφέρει ότι, ακόμα και μετά τις περικοπές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης, το 2013 η Ελλάδα εξακολουθούσε να ξοδεύει περισσότερα αναλογικά με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της από οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΝΑΤΟ, εκτός από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Επίσης σημειώνεται ότι είναι «μακράν» η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία στρατιωτικού προσωπικού προς τον πληθυσμό της στην ΕΕ.

«Η Ελλάδα θα μπορούσε να κινηθεί προς την κατεύθυνση ενός πιο επαγγελματικού στρατού επιτυγχάνοντας μεγαλύτερη μείωση των στρατιωτικών δαπανών. Η εξοικονόμηση θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της συντόμευσης της περιόδου υποχρεωτικής στράτευσης, του εξορθολογισμού των σχεδίων απόκτησης στρατιωτικού εξοπλισμού καθώς και της χρήσης σύγχρονων μέσων», τονίζει η έκθεση.

Διαβάστε επίσης: