slider, ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Καταθέσεις «φωτιά» για την τραγωδία στο Μάτι – «Έχει καεί κόσμος εδώ μέσα…»

Νέες καταθέσεις για την τραγωδία στο Μάτι έρχονται στο φως με αστυνομικούς, πιλότους πυροσβεστικών αεροπλάνων, χειριστές ελικοπτέρων και στελέχη κέντρων επιχειρήσεων να περιγράφουν την δραματική κατάσταση που οδήγησε στην εθνική τραγωδία με τους 102 νεκρούς. Οι μαρτυρίες που δημοσιεύει ο «Ελεύθερος Τύπος» αποκαλύπτουν την τραγική έλλειψη των εναέριων μέσων τις πρώτες ώρες εκδήλωσης της φωτιάς αλλά και τον ελλιπή συντονισμό. Τα ξεχωριστά αποσπάσματα καταθέσεων έδωσαν στον ανακριτή Αθανάσιο Μαρνέρη αστυνομικοί, πιλότοι πυροσβεστικών αεροπλάνων, χειριστές ελικοπτέρων και στελέχη κέντρων επιχειρήσεων, οι οποίοι βρέθηκαν πρώτοι στον τόπο της καταστροφής.

«…φωτιά υπήρχε παντού»
Ένας 30χρονος αστυνομικός βρέθηκε στην Πεντέλη στις 17:00 το απόγευμα εκείνης της «Μαύρης Δευτέρας». Στις 18:10 η φωτιά είχε αρχίσει να μπαίνει στον Βουτζά. Ο νεαρός αστυνομικός περιγράφει με λεπτομέρειες όλες τις κινήσεις του, αλλά και τι έβλεπε μπροστά του. «Στις 18:35-18:40, η φωτιά είχε ήδη περάσει τη Λ. Μαραθώνος και κατευθύνθηκε προς Μάτι. Εμείς σταματήσαμε στην ταβέρνα Βασίλης και στο ξενοδοχείο Μυρτώ, φωτιά υπήρχε παντού, περίπου 12 άτομα, που ήταν μπροστά στο ξενοδοχείο, τα μεταφέραμε στην 3η είσοδο του Ν. Βουτζά. Ταυτόχρονα μ’ εμάς έβγαιναν από το Μάτι και τον οικισμό Ζούγκλα πολλά αυτοκίνητα, τα οποία έμπαιναν στο αντίθετο ρεύμα της Μαραθώνος, με κατεύθυνση προς Ραφήνα. Παίρνοντας τους τελευταίους ανθρώπους από το ξενοδοχείο Μυρτώ άκουσα και τις πρώτες κραυγές ανθρώπων που καίγονταν», καταθέτει ο αστυνομικός.

Μόνο ένα ελικόπτερο
Ο ίδιος αστυνομικός είδε μόνο ένα ελικόπτερο να κάνει ρίψεις στις 18:20 όταν η φωτιά είχε μπει σε κατοικίες, ενώ περιγράφει την παράσυρσή του από αυτοκίνητο: «Υπήρχαν πολλά πλοία που ξεφόρτωναν οχήματα. Στη συνέχεια πήγαμε Λ. Μαραθώνος και Καλλιτεχνών προκειμένου να διακόψουμε την κίνηση των οχημάτων προς Ραφήνα και να τα εκτρέψουμε προς Πικέρμι. Εμείς μείναμε έως τις 20:00, όπου και με παρέσυρε και με χτύπησε αυτοκίνητο, το οποίο ήθελε να περάσει προς Μάτι και δεν το αφήναμε».

Ο ανακριτής ρωτά έναν 54χρονο αστυνομικό, που υπηρετούσε στο Τμήμα Ασφαλείας Ραφήνας και βρέθηκε στο Κόκκινο Λιμανάκι για να εμποδίζει και να βγάζει τα οχήματα από το Μάτι, αν υπήρχαν εναέρια μέσα και σχέδιο εκκένωσης: «Έτσι όπως είδα τη φωτιά και στο σημείο που έκαιγε στην κορυφή της χαράδρας απέναντι από την Καλλιτεχνούπολη και χωρίς να είμαι ειδικός, πιστεύω ότι τα μόνα που μπορούσαν να επιχειρήσουν ήταν τα εναέρια μέσα. Πιστεύω ότι, αν επιχειρούσαν τουλάχιστον τέσσερα εναέρια από 17:10 έως 17:30 και άλλα τέσσερα μετά, δεν θα είχε αυτήν την εξέλιξη η φωτιά. Δεν υπήρχε σχέδιο εκκένωσης. Δεν υπήρχαν πυροσβεστικά οχήματα. Πιστεύω πως, αν υπήρχε σωστή προετοιμασία, θα μπορούσε να είχε υλοποιηθεί ένα σχέδιο εκκένωσης».

«…έχει καεί κόσμος εδώ μέσα»
Ο ανακριτής είχε δώσει βάρος και σε μία συνομιλία που έγινε στις 18:57 ανάμεσα στον αρχιπύραρχο Χρήστο Λάμπρη, ο οποίος αρχικά ήταν σε συντονιστικό ελικόπτερο και στη συνέχεια στο έδαφος στη Λ. Μαραθώνος. «Εδώ είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα, δεν μπορώ να περάσω τη Λ. Μαραθώνος, πολύ μεγάλη φωτιά, πολύς κόσμος να ξέρεις, έχει καεί κόσμος εδώ μέσα», λέει ο κ. Λάμπρης.

Στη συγκεκριμένη συνομιλία, όπως επιβεβαίωσε με κατάθεσή του ο πραγματογνώμονας Δημήτρης Λιότσιος, ο αρχιπύραρχος, φθάνοντας στη Λ. Μαραθώνος, ενημερώνει τον υπαρχηγό Επιχειρήσεων, Βασίλη Ματθαιόπουλο, ο οποίος, μάλιστα, τον καθοδηγεί, να τον πάρει στο κινητό του τηλέφωνο. Από τις 18:57 όλοι οι παρευρισκόμενοι στο ΕΣΚΕ γνώριζαν την απώλεια ανθρώπινων ζωών, ενώ ο τότε υπαρχηγός, στις 23:30, ιεράρχησε 4η τη φωτιά στο Μάτι, ενημερώνοντας τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα.

Παρότι από εκείνη την ώρα γνώριζαν για νεκρούς και υπήρχε η αναγκαιότητα χρησιμοποίησης της 1ης ΕΜΑΚ για τη διάσωση πολιτών, όπως προκύπτει από την τηλεματική του ENGAGE, το τζιπ τού τότε διοικητή έφθασε στο Μάτι στις 21:26.

«Πήγαμε Νταού Πεντέλης, κάναμε μία υδροληψία και πήραμε εκτροπή για φωτιά κοντά στη MOTOR OIL»
Στις 7 Νοεμβρίου 2019 κατέθεσε στον ανακριτή ο μεταφραστής του ελικοπτέρου S-64 N.194, του μοναδικού πτητικού μέσου που βρέθηκε σε κρίσιμο χρονικό σημείο πάνω από τη φωτιά στην Πεντέλη όταν αυτή κατέβαινε στον Νέο Βουτζά.

«Ήμουν μεταφραστής στο συγκεκριμένο ελικόπτερο με πιλότους δύο αλλοδαπούς. Στις 14:00, περίπου, πήραμε εντολή από το ΕΣΚΕ με κλήση στο κινητό τηλέφωνο για τη φωτιά στην Κινέτα και φθάσαμε περίπου στις 15:15. Κάναμε περίπου 10 υδροληψίες. Επιχειρούσαμε στα Γεράνεια Όρη. Για ανεφοδιασμό πήγαμε στην Ελευσίνα περίπου στις 16:15. Στις 16:45, μας είπαν να φύγουμε για Νταού Πεντέλης. Δεν μπορούσαμε να φύγουμε, γιατί από τον άνεμο έκλεισε το αεροδρόμιο. Αφού άνοιξε στις 17:30, περίπου, ειδοποιήσαμε το συντονιστικό. Πήγαμε στο Νταού Πεντέλης. Υδροληψία κάναμε μόνο μία, καθώς μας έδωσαν εντολή από το ΕΣΚΕ να πάρουμε εκτροπή για φωτιά κοντά στη MOTOR OIL», καταθέτει ο 39χρονος μεταφραστής του ελικοπτέρου.

Ενας αντισυνταγματάρχης της Αεροπορίας Στρατού καταθέτει για τους ανέμους: «Εκείνη την ημέρα υπήρχε πρόβλημα γενικότερα. Ωστόσο, την ώρα που μας ζητήθηκε να απογειωθεί ελικόπτερο, ήτοι μετά τις 16:41 μέχρι και τις 17:00, υπήρχε δυνατότητα, ήμασταν εντός ορίων».

«Ουδέποτε έδωσα εντολή…»
Παράξενη είναι η συνομιλία του Πυράρχου, συνδέσμου της Πυροσβεστικής στο ΓΕΕΘΑ, με την αξιωματικό επιχειρήσεων του ΣΚΕΔ:

Πύραρχος: Έχω ενημέρωση από τον αρχηγό για τον κύριο αρχηγό ΓΕΕΘΑ ότι έχει πέσει φωτιά στα διυλιστήρια.
Ο αρμόδιος ανακριτής πήρε κατάθεση από τον τότε υπαρχηγό ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνο Φλώρο, ο οποίος είχε επισημάνει πως ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, κ. Αποστολάκης, εκείνη την ημέρα απουσίαζε, λόγω μίας χειρουργικής επέμβασης στην οποία είχε υποβληθεί. Ερωτώμενος ο κ. Φλώρος για τη σχετική επίκληση της συνομιλίας, απάντησε χαρακτηριστικά: «Ουδέποτε έδωσα εντολή ή πληροφόρηση στον πύραρχο σύνδεσμο της Πυροσβεστικής στο ΓΕΕΘΑ, προκειμένου να τηλεφωνήσει στο ΕΣΚΕ και να ζητήσει να πάει συγκεκριμένο εναέριο μέσο στη MOTOR OIL».

«Η εικόνα ήταν δραματική από την αρχή…»
Ο κυβερνήτης του ελικοπτέρου της Πυροσβεστικής έφυγε στις 16:53 από τη φωτιά στο Καλαμάκι Ισθμίων, εκτιμώντας ότι αυτή είχε σβηστεί. Το συγκεκριμένο ελικόπτερο, σύμφωνα με την κατάθεσή του, έφθασε στο Νταού Πεντέλης στις 17:12 και επιχείρησε για μόλις 16 λεπτά, καθώς έπρεπε να επιστρέψουν για ανεφοδιασμό, ενώ στην περιοχή δεν υπήρχε άλλο πτητικό μέσο. Μέλος πληρώματος του «ΦΛΟΓΑ 11» καταθέτει ότι έφθασαν στο Μάτι στις 19:05 και έκαναν 37 ρίψεις, «η εικόνα ήταν δραματική από την αρχή», περιγράφει.

«Δεν βρήκαμε κάποιον να διασώσουμε»
Αντιπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού, κυβερνήτης ελικοπτέρου, κλήθηκε να πετάξει πάνω από τη θαλάσσια περιοχή στο Κόκκινο Λιμανάκι: «Στη διάρκεια των ωρών που πετάξαμε εμείς δεν βρήκαμε κάποιον να διασώσουμε. Βρήκαμε τρεις αγνοούμενους στη θάλασσα, η εκτίμησή μου είναι πως δεν ήταν ζωντανοί. Βρήκαμε κάποια αντικείμενα στη θάλασσα, τα ακολουθήσαμε και εκεί εντοπίσαμε τρία πτώματα. Ειδοποιήσαμε τη φρεγάτα Ελλη και περιμάζεψε τους νεκρούς».

Στοιχειοθετείται το αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης κατά συρροή
«Υπό αυτές τις συνθήκες και τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά εκτιμώ ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις δυνάμει των οποίων στοιχειοθετείται αντικειμενικά και υποκειμενικά το αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης κατά συρροή με το αδίκημα της έκθεσης από την οποία προκλήθηκαν βαριές σωματικές βλάβες (άρθρο 306 ΠΚ)». Με αυτά τα λόγια ο Ανδριανός Γκουρμπάτσης, πραγματογνώμονας οικογενειών θυμάτων εκ μέρους των οποίων ενεργεί ο δικηγόρος Αντώνης Φούσας, δείχνει τον δρόμο της Δικαιοσύνης για τους αρμόδιους αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος που διαχειρίστηκαν την κρίση με τη φωτιά στο Μάτι.

Σύμφωνα με τον πρώην υπαρχηγό της Πυροσβεστικής «άφησαν τους κατοίκους των προαναφερόμενων περιοχών, που κινδύνεψαν από την πυρκαγιά (δηλαδή βρίσκονταν ήδη σε κατάσταση κινδύνου), αβοήθητους (δηλαδή δημιουργήθηκε κατάσταση “ενδεχόμενου” κινδύνου για τη ζωή και την υγεία τους) παρόλο που είχαν την εκ του νόμου υποχρεωτική και αποκλειστική προστασία και γνώριζαν ότι αν παραμείνουν αβοήθητοι, χωρίς την επιβεβλημένη λυτρωτική ενέργεια της διάσωσής τους την οποία είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να προσφέρουν και παρεμποδίσουν την επέλευση του κινδύνου, με βεβαιότητα θα κινδυνέψει η ζωή και υγεία τους».

Και συνεχίζει: «Αν γίνονταν η επιβεβλημένη και προβλεπόμενη από τον νόμο λυτρωτική ενέργεια (διάσωσή τους), που όντως δεν έγινε, όπως πχ στο Ν. Βουτζά και σε όποιες περιοχές έγινε, αυτή ήταν πολύ καθυστερημένη, με πιθανότητα που αγγίζει τα όρια βεβαιότητας, δεν θα επέρχονταν ο θάνατος ή τραυματισμός τους ή τουλάχιστον δεν θα υπήρχαν τόσα θύματα και τραυματίες».