slider, ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Κορωνοϊός

Πώς θα αποφύγουμε το τρίτο κύμα: Οι επιστήμονες, η μετάλλαξη και ο συνωστισμός!

Το άνοιγμα της αγοράς μπορεί να έφερε συνωστισμό στους δρόμους και ουρές έξω από μεγάλα καταστήματα ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η τήρηση των μέτρων παίζει σημαντικό ρόλο στην μη διάδοση του κορωνοϊού. «Εάν προσέξουμε και κάνουμε τα ψώνια μας φορώντας σωστά τη μάσκα και κρατώντας αποστάσεις από τους άλλους, τότε όλα θα πάνε καλά. Άλλωστε, είναι στο χέρι όλων μας πότε θα ανοίξουν ή θα κλείσουν δραστηριότητες», τονίζουν οι επιδημιολόγοι οι οποίοι δηλώνουν υπέρ του ανοίγματος των δραστηριοτήτων αρκεί να το επιτρέπει η επιδημιολογική εικόνα.

«Ήταν σωστή η επιλογή να ανοίξουν τώρα τα μαγαζιά όπως και οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες», είπε ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο LSE. Ο ίδιος μιλώντας στον ΣΚΑΪ είπε μεταξύ άλλων ότι «απαιτείται να είμαστε προσεκτικοί σε τρία ζητήματα προκειμένου να καθυστερήσει το επόμενο κύμα της πανδημίας.

»Τήρηση των μέτρων προστασίας της Δημόσιας Υγείας: Ο καθηγητής τόνισε πως είναι θετικό ότι η πλειοψηφία των πολιτών φορά πλέον μάσκα και πρόσθεσε πως δεν ανησυχεί για τους εξωτερικούς χώρους, αλλά για όσα συμβαίνουν εντός των καταστημάτων. «Αν τα μέτρα τηρούνται όταν οι συμπατριώτες μας μπαίνουν μέσα στα καταστήματα, τότε υπάρχει λιγότερη ανησυχία», είπε ο ίδιος.

»Οριζόντια εφαρμογή των μέτρων: Πρέπει τα μέτρα προστασίας να εφαρμόζονται οριζοντίως, παντού, σε όλους τους χώρους και χωρίς καμία εξαίρεση.

»Σωστές δειγματοληψίες: Πρέπει να μετράμε σωστά τα στοιχεία της πανδημίας και άρα να γίνονται πάρα πολλά διαγνωστικά τεστ.

Αυτά τα τρία δεν έγιναν στη Βόρεια Ελλάδα τον περασμένο Φθινόπωρο και γι’ αυτό ξέφυγε η κατάσταση», σημείωσε ο κ. Μόσιαλος.

Τι προβληματίζει τους ειδικούς

Δύο είναι τα ανοιχτά μέτωπα τα οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ειδικοί σε αυτό το κρίσιμο στάδιο της πανδημίας. Πρώτον, ο μεταλλαγμένος και πιο μεταδοτικός κορωνοϊός και δεύτερον, η έκρηξη κρουσμάτων στη δυτική Αττική. Οι επόμενες ημέρες θα καθορίσουν τις συνθήκες υπό τις οποίες θα λειτουργήσουν κι άλλες δραστηριότητες, όπως τα σχολεία, στις κόκκινες περιοχές. Επίσης, εάν δεν μειωθεί ο αριθμός των κρουσμάτων στη δυτική Αττική, οι ειδικοί ενδέχεται να βάλουν στο τραπέζι των συζητήσεων όλες τις προτάσεις που θα κριθούν αποτελεσματικές για να μειωθεί η εξάπλωση του ιού, όπως συνέβη και με άλλες γεωγραφικές περιοχές.

Τουλάχιστον 27 μεταλλαγμένα κρούσματα στην Ελλάδα

Την ώρα που οι δόσεις των εμβολίων έρχονται με καθυστέρηση, η μετάλλαξη του ιού στη χώρα μας είναι υπαρκτή καθώς έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 27 μεταλλαγμένα κρούσματα του ιού. Ωστόσο, αυτό που προβληματίζει τους ειδικούς είναι το γεγονός ότι τα νέα αυτά στελέχη του ιού δεν προκύπτουν από ταξίδια στο εξωτερικό ούτε από επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα.

Το τελευταίο μεταλλαγμένο στέλεχος του ιού που εντοπίστηκε στη χώρα μας και συγκεκριμένα στην Αττική, ανησυχεί τους ειδικούς καθώς το νέο αυτό κρούσμα είναι «ορφανό» δηλαδή το άτομο δεν είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό, ούτε προκύπτει επαφή του με επιβεβαιωμένο κρούσμα.

Σχετικά με τις μεταλλάξεις του κορωνοϊού και τα εμβόλια, ο κ. Μόσιαλος είπε για την βρετανική μετάλλαξη ότι ήδη υπάρχουν πειραματικά δεδομένα της Biontech και της Pfizer που επιβεβαιώνουν ότι το εμβόλιο είναι αποτελεσματικό και γι’ αυτό το νέο στέλεχος.

Για την μετάλλαξη της Νοτίου Αφρικής, είπε ότι «υπάρχει αδημοσίευτη εργασία Νοτιοαφρικανών επιστημόνων σε ένα πολύ μικρό δείγμα 44 ατόμων, που δείχνει μεγάλη μείωση αντισωμάτων και συγκρίνοντας με αντίστοιχα παραδείγματα από τον ιό της γρίπης», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ίσως χρειαστεί να αλλάξει το εμβόλιο».

Επεσήμανε ωστόσο ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της γρίπης είναι από 29% έως 60% το πολύ ενώ του εμβολίου απέναντι στον κορωνοϊό φτάνει στο 95% «άρα μιλάμε για ανόμοια πράγματα, άρα έκαναν υπόθεση εργασίας που υπερέβησαν λίγο κάποια δεδομένα».

Από την άλλη, σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο, δεν υπάρχει μόνο η ανοσία μέσω των αντισωμάτων, αλλά και η κυτταρική, η οποία δεν μετρήθηκε στην εν λόγω νοτιοαφρικανική μελέτη. «Και η κυτταρική ανοσία, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ μεγαλύτερη όσον αφορά την ανοσοαπόκριση», είπε ο καθηγητής.